Οικολογία Αλληλεγγύη /Συνασπισμός των πολιτών

Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης

Φιλίππου 51, 54631 Θεσσαλονίκη

τηλ. 2310.222 503, 409 770, fax 2310.421 196

Eπικοινωνία: Μιχάλης Τρεμόπουλος, τηλ. 2310.328791

E-mail: ecology-trem@nath.gr

 

 

ΥΠΑΡΚΤΟΣ Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΕΝΟΣ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΑΤΥΧΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

 

Η πρόσφατη πυρκαγιά στο εγκαταλειμμένο εργοστάσιο φυτοφαρμάκων της πρώην «Διάνα» θέτει επί τάπητος το ζήτημα της έκθεσης της πόλης σε κάποιο τεράστιο βιομηχανικό ατύχημα.

Οι ευθύνες της διοίκησης της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης, παρόλο που έχει αναλάβει μόλις πριν 13 μήνες, εντοπίζονται στο ότι όχι μόνο έχει υποτιμήσει τους κινδύνους αυτούς αλλά και ψευδώς διαβεβαίωνε πριν τρεις μήνες ότι το σύνολο των επικίνδυνων φυτοφαρμάκων έχει απομακρυνθεί από το εργοστάσιο. Μένει να αποδειχτεί ότι αυτή έδωσε την εντολή να σταματήσει η φύλαξη του χώρου από ιδιωτική εταιρεία σεκιούριτι, με αποτέλεσμα να μετατραπεί ο χώρος σε ξέφραγο αμπέλι και διάφοροι να αφαιρούν από το χώρο υλικά και μέταλλα, να συμπιέζουν βαρέλια και να χύνουν το τοξικό περιεχόμενό τους στο έδαφος για να τα πουλήσουν ως παλιοσίδερα! Ακόμη και επικίνδυνα φυτοφάρμακα έχουν αφαιρεθεί από τα κουτιά τους και έχουν διοχετευτεί σε άγνωστους αποδέκτες! Το αποτέλεσμα είναι να έχουν μολυνθεί και οι ίδιοι αλλά και να έχει προχωρήσει η ρύπανση με τοξικά και μέσα στο έδαφος.

Τι νόημα έχουν λοιπόν οι καθυστερημένες διαβεβαιώσεις ότι τα χημικά που κάηκαν είναι ακίνδυνα; Με ποια αξιοπιστία να δεχτούν οι πολίτες τις δηλώσεις αυτές;

Αυτό όμως που θα πρέπει να κάτσει στο εδώλιο του κατηγορούμενου είναι το ίδιο το μοντέλο της στρεβλής ανάπτυξης που ακολούθησε μεταπολεμικά η χώρα. Πρόκειται μάλιστα για μια βιομηχανία που όχι μόνο δηλητηρίασε εργαζόμενους και περιοίκους αλλά και με το προϊόν που παρήγαγε δηλητηρίαζε την ίδια την παραγωγή και τους καταναλωτές. Και επιπλέον, συνεχίζει να απειλεί και μετά το κλείσιμό της.

Η «Διάνα» εγκαταστάθηκε αυθαίρετα στην περιοχή ως μικρή βιοτεχνία με εγκατεστημένη ισχύ 24,5 ίππων για να φτάσει με την ευλογία των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων της Ν.Δ. στους 1004 ίππους και τους 400 εργαζόμενους το 1980, χωρίς άδεια λειτουργίας!

Από το 1979 έχουν αρχίσει οι έντονες διαμαρτυρίες περιοίκων και εργαζομένων άλλων επιχειρήσεων για την απαράδεκτη ρύπανση που δημιουργείται στην περιοχή. Το αποτέλεσμα είναι η Επιθεώρηση βιομηχανίας να δώσει μετά από αυτοψία (22.9.1980) προθεσμία ενός χρόνου για μεταφορά του εργοστασίου. Με συνεχείς παρατάσεις και πρόστιμα που ποτέ δεν πληρώνονται η «Διάνα» συνεχίζει να λειτουργεί και στη δεκαετία του ’80 ενώ οι κάτοικοι τον Ιούνιο και Ιούλιο του 1985 φτάνουν εκτός από διαμαρτυρίες να πετροβολήσουν επανειλημμένα τα τζάμια του εργοστασίου. Ακόμη και το 1989 όμως οι υπηρεσίες συζητούν «τα αναγκαία μέτρα με την εφαρμογή των οποίων η βιομηχανία Διάνα μπορεί να λειτουργήσει» (απόφαση Νομάρχη 4.9.1989).

Μετά το κλείσιμό της το 1997 για οικονομικούς τελικά λόγους, έπρεπε να οργανώσουν διαμαρτυρίες οι οικολογικές και περιβαλλοντικές οργανώσεις για να δεσμευτεί ο υπουργός ΥΜΑΘ κ. Γ. Πασχαλίδης για απομάκρυνση των επικίνδυνων χημικών. Μόλις όμως τον Ιανουάριο του 2001 θα υπογραφτεί η προγραμματική σύμβαση ανάμεσα στα Υπουργεία Γεωργίας, ΠΕΧΩΔΕ, Μακεδονίας-Θράκης και της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, για την καταγραφή, παραλαβή, ανασυσκευασία, μεταφόρτωση, μεταφορά και καταστροφή τους και θα προκηρυχτεί διεθνής διαγωνισμός για την απομάκρυνση και καταστροφή των φυτοφαρμάκων. Μόνο που η απομάκρυνση θα αρχίσει μόλις στις 29.8.03. για να αποδειχτεί ότι ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί ούτε και γνωρίζουμε τι ακριβώς υλικά είναι αυτά που κάηκαν, κάτι που είναι υποχρέωση της Νομαρχίας.

 

Υπάρχει όμως και ένα γενικότερο ζήτημα, που ξεπερνάει το ζήτημα της «Διάνα».

 

ΕΛΛΙΠΗΣ Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ

Η Οδηγία 82/501 της ΕΟΚ για τους "κινδύνους ατυχημάτων μεγάλης έκτασης στη βιομηχανία", γνωστή ως Οδηγία SEVESO υιοθετήθηκε, βέβαια, από τη χώρα μας το 1988 μαζί με μια σειρά τροποποιήσεις (η τελευταία το 1993) αλλά ουσιαστικά έμεινε ανεφάρμοστη. Οι κυβερνήσεις δεν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον για την πλήρη εφαρμογή της Οδηγίας βοηθώντας, έτσι, στη συγκάλυψη των ευθυνών των διάφορων επικίνδυνων βιομηχανιών, δημόσιων και ιδιωτικών.

Γενικά η χώρα μας βρίσκεται χωρίς αποτελεσματική θωράκιση απέναντι στους κινδύνους να υπάρξουν ατυχήματα μεγάλης έκτασης. Και ενώ μετά το ατύχημα με τις διοξίνες στο Σεβέζο της Ιταλίας το 1976 όλη η Ευρώπη έπαιρνε αυστηρά μέτρα, η Ελλάδα αδρανούσε. Πριν ακόμη εφαρμοστεί κανονικά η πρώτη οδηγία Seveso (82/501/EOK) άρχισε να ισχύει και η νέα οδηγία Seveso II (96/82/EK), που θέτει αυστηρότερους όρους για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων.

            Η παλιά οδηγία Seveso I της ΕΟΚ του 1982, που αφορούσε τους «κινδύνους ατυχημάτων μεγάλης έκτασης στη βιομηχανία», υιοθετήθηκε από τη χώρα μας μόλις το 1988, μαζί με κάποιες τροποποιήσεις. Παρόλα αυτά,  έμεινε για πολύ ανεφάρμοστη σε πολλά σημεία της. Το ενδιαφέρον της πολιτείας για την εφαρμογή της υπήρξε υποτονικό, με συνέπεια τη συγκάλυψη των ευθυνών των επικίνδυνων βιομηχανιών.

            Η ντιρεκτίβα εκείνη υποχρέωνε τις επιχειρήσεις που οι δραστηριότητες τους περικλείουν κάποιο κίνδυνο να καταστρώσουν ένα πλήρες σχέδιο έκτακτης ανάγκης για το εσωτερικό του εργοστασίου καθώς και μια μελέτη ασφάλειας, που θα προέβλεπε τους τρόπους αποφυγής της επέκτασης π.χ. μιας πυρκαγιάς, να κόβονται οι βάνες τροφοδοσίας κτλ.

                Η ίδια οδηγία επέβαλε στην κυβέρνηση και στις εταιρείες να κοινοποιούν τα στοιχεία τα σχετικά με την επικινδυνότητά τους και να προειδοποιούν τους κατοίκους για τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν ή για τη συμπεριφορά τους σε περίπτωση σοβαρού ατυχήματος. Κάτι τέτοιο όμως δεν έχει γίνει ούτε για τους εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Οι πολίτες και οι συλλογικές τους δραστηριότητες αντιμετωπίζονται με καχυποψία και το δικαίωμά τους στην πληροφόρηση, παρά την κατοχύρωσή του και με άλλες ευρωπαϊκές οδηγίες αλλά και με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, παραμένει χωρίς περιεχόμενο. Και ας είναι αυτοί που θα υποστούν τις επιπτώσεις ενός ατυχήματος.

Η πλημμελής εφαρμογή της Οδηγίας Σεβέζο στη χώρα μας έχει επανειλημμένως καταγγελθεί. Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι έλεγχοι και επιθεωρήσεις σε ότι αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και των συνθηκών εργασίας στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις, μειώνονται σταθερά τα τελευταία χρόνια, ακόμη και σ’ αυτές που χαρακτηρίζονται –σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές- ως εξαιρετικά επικίνδυνες. Σύμφωνα με το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, ο αριθμός των ελέγχων και επιθεωρήσεων την περίοδο 1985-1994 (για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία) υποδιπλασιάστηκε.

 

ΤΟ Σ.Α.Τ.Α.Μ.Ε.

 

            Μια σημαντική υποχρέωση που επέβαλε η οδηγία Seveso I του 1982 ήταν και η εκπόνηση σχεδίων έκτακτης ανάγκης έξω από το φράχτη της επιχείρησης. Πρόκειται για το Σχέδιο Αντιμετώπισης Τεχνολογικών Ατυχημάτων Μεγάλης Έκτασης (Σ.Α.Τ.Α.Μ.Ε.), που ξεκίνησε για την περιοχή της Θεσσαλονίκης μόλις τον Αύγουστο του 1997, παρόλο που χρηματοδοτήθηκε από το Β΄ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, και ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 1999.

            Το ΣΑΤΑΜΕ προβλέπει με ποιο τρόπο θα κινηθούν οι φορείς, ποια μέσα θα κινηθούν, ποιοι θα δώσουν τις εντολές και ποιοι θα έχουν την κεντρική ευθύνη στο νομό Θεσσαλονίκης, σε επίπεδο περιφέρειας και κράτους. Η ευθύνη της πολιτικής προστασίας σε επίπεδο νομού ανήκει στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. Δημιουργήθηκε θεωρητικά και ένα νέο Συντονιστικό Νομαρχιακό Όργανο (ΣΝΟ), με πρόεδρο το Νομάρχη Θεσσαλονίκης, ανάλογο με το όργανο, που λειτουργεί σε περιπτώσεις του σχεδίου «Ξενοκράτης». Επίσης, ανάλογη ομάδα υπάρχει και σε επίπεδο Περιφέρειας.

            Το Σχέδιο στηρίζεται στο γεγονός ότι «στην ευρύτερη περιοχή Θεσσαλονίκης υπάρχει μεγάλος αριθμός εγκαταστάσεων, που εμπεριέχουν κινδύνους μεγάλου ατυχήματος». Πρόκειται για διυλιστήρια πετρελαίου και εγκαταστάσεις επεξεργασίας προϊόντων πετρελαίου, αποθήκες υγρών και αερίων καυσίμων, εγκαταστάσεις φυτοφαρμάκων κτλ.

            Σύμφωνα με τα κριτήρια της οδηγίας Seveso II οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις υψηλού κινδύνου στη Θεσσαλονίκη είναι πάνω από 30. Παρόλα αυτά, το γενικό ΣΑΤΑΜΕ, που ολοκληρώθηκε το 1999, περιλαμβάνει 18 εγκαταστάσεις (22 επιχειρήσεις). Οι εταιρείες πετρελαιοειδών που περιλαμβάνονται είναι η ΕΚΟ (ΕΛ.ΠΕ.- διυλιστήριο και χημικά), η ΜΑΜΙD OIL-JET OIL, η Γ. ΜΑΜΙΔΑΚΗΣ Α.Ε., τα πρώην ΕΛΔΑ, η SHELL και η BP. Οι μονάδες υγραερίου που περιλαμβάνονται είναι η ΠΕΤΡΟΓΚΑΖ, η SHELL GAS, η PRIMA GAS, η ΒΡ SUPER GAS και η ΠΕΤΡΟΛΙΝΑ. Περιλαμβάνονται ακόμη η “SICNG” (Χημικές Βιομηχανίες Β.Ε.) και οι μονάδες γεωργικών φαρμάκων: ΠΡΟΦΑΡΜ, ΠΑΠΑΟΙΚΟΝΟΜΟΥ-  ΑΓΡΟΧΗΜΙΚΑ, ΦΑΡΜΑΧΗΜ, ΝΙΤΡΟΦΑΡΜ, AGROTECHNICA, CYANAMID, ΝΟΒΑ-ΣΕΡΒΟΣ, ΕΥΘΥΜΙΑΔΗΣ ΑΒΕΕ και NOVARTIS.

Στις προδιαγραφές του έργου αναφέρεται όμως και το ότι «υπάρχουν ακόμη αρκετές εγκαταστάσεις, που αν και δεν υπάγονται στις διατάξεις της οδηγίας Seveso Ι είναι δυνατόν να περικλείουν κινδύνους βιομηχανικού ατυχήματος (λόγω φύσης και θέσης) και επομένως πρέπει να εξετασθούν, σύμφωνα με την εκτίμηση του αναδόχου, είτε της αρμόδιας υπηρεσίας του ΥΠΕΧΩΔΕ είτε της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης». Παρόλα αυτά, μελετήθηκαν μόνον τρεις (SHELL, ΒΡ και NOVARTIS), οι οποίες διακινούν σημαντικές ποσότητες επικίνδυνων ουσιών.

Άλλωστε, οι περισσότερες απ’ αυτές τις εγκαταστάσεις διακινούν ποσότητες επικίνδυνων ουσιών που υπερβαίνουν τα όρια που καθορίζονται από την οδηγία Seveso I, και έχουν ήδη υποβάλει μελέτες ασφαλείας που περιλαμβάνουν ανάλυση κινδύνων και εκτίμηση επιπτώσεων. Οι μελέτες αυτές έχουν αξιολογηθεί από το ΥΠΕΧΩΔΕ ως προς τα σενάρια ατυχημάτων και τη μεθοδολογία των υπολογισμών. Η επικινδυνότητα των συγκεκριμένων βιομηχανικών εγκαταστάσεων προσδιορίστηκε με βάση τα σενάρια των ατυχημάτων και τα αποτελέσματα της εκτίμησης των επιπτώσεων που παρουσιάζονται στις αξιολογήσεις, ώστε να διασφαλιστεί κοινή βάση ανάλυσης. Τα αποτελέσματα ελέγχθηκαν ως προς τη συμβατότητά τους σε ομοειδείς εγκαταστάσεις, ειδικά για τις περιπτώσεις όπου οι αξιολογήσεις βασίστηκαν σε ελλιπείς μελέτες ασφαλείας, όπως δέχονται οι μελετητές του ΣΑΤΑΜΕ.

 

ΤΑ ΣΕΝΑΡΙΑ ΤΩΝ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ

 

Ποιες είναι όμως -σύμφωνα με τη μελέτη- οι επικίνδυνες ουσίες που διακινούνται στις διάφορες βιομηχανικές εγκαταστάσεις της περιοχής Θεσσαλονίκης και τα πιθανά σενάρια ατυχημάτων;

Οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης και διακίνησης υγραερίων βρίσκονται στην περιοχή της Ν. Ιωνίας και στο Καλοχώρι. Η επικινδυνότητα των εγκαταστάσεων αυτών προσδιορίζεται με βάση τις επιπτώσεις από ακαριαία διάρρηξη της μεγαλύτερης δεξαμενής υγραερίου, π.χ. σε περίπτωση πυρκαγιάς. Η πύρινη σφαίρα που σχηματίζεται έχει μικρή χρονική διάρκεια αλλά τα επίπεδα της παραγόμενης θερμικής ακτινοβολίας είναι πολύ ψηλά. Μέσα στα όρια της πύρινης σφαίρας συμβαίνουν σημαντικές καταστροφές σε εξοπλισμό και κτίρια και υπάρχει υψηλός κίνδυνος θανατηφόρων τραυματισμών. Εκτός των ορίων της σφαίρας υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης ατυχήματος από τη θερμική ακτινοβολία.

Επιπλέον υπάρχει κίνδυνος εκτεταμένης διαρροής και διασποράς αερίου νέφους με πιθανότητα καθυστερημένης ανάφλεξης, που μπορεί να οδηγήσει σε ταχεία καύση ή έκρηξη. Η διασπορά του αερίου νέφους εξαρτάται σημαντικά από την ατμοσφαιρική σταθερότητα και την ταχύτητα του ανέμου. Όσο η συγκέντρωση του νέφους βρίσκεται εντός των ορίων αναφλεξιμότητας υπάρχει πιθανότητα ανάφλεξης. Σε περίπτωση ταχείας καύσης, υπάρχει κίνδυνος προκλήσεων ατυχημάτων από θερμική ακτινοβολία, εντός των ορίων της φωτιάς. Σε περίπτωση έκρηξης, αν και λιγότερο πιθανή στο βαθμό που δεν υπάρχει κάποια μορφή περιορισμού ή εγκλωβισμού του νέφους, μπορεί να υπάρξουν σημαντικές επιπτώσεις, λόγω της αναπτυσσόμενης υπερπίεσης που μπορεί να προκαλέσει καταστροφή κτιρίων ή σπάσιμο τζαμιών με αποτέλεσμα μεγάλο κίνδυνο τραυματισμού των ανθρώπων.

Οι περισσότερες από τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης πετρελαιοειδών βρίσκονται στο Καλοχώρι. Η επικινδυνότητά τους προσδιορίζεται με βάση τις επιπτώσεις πυρκαγιάς σε δεξαμενές αποθήκευσης πετρελαιοειδών ή σταθμούς φόρτωσης βυτιοφόρων. Οι κίνδυνοι από ένα τέτοιο ατύχημα, αφορούν κυρίως στην εκλυόμενη θερμική ακτινοβολία και σε μικρότερο βαθμό, τη διασπορά καυσαερίων (SO2, άκαυστοι υδρογονάνθρακες). Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται σε πιθανά ατυχήματα σε δεξαμενές που βρίσκονται κοντά στο εξωτερικό όριο των εγκαταστάσεων και παρακείμενες περιοχές.

Οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις των ΕΛ.ΠΕ. (πρώην ΕΚΟ) στη Ν. Ιωνία περιλαμβάνουν το διυλιστήριο και τις μονάδες παραγωγής χημικών. Σε ότι αφορά στο χώρο του διυλιστηρίου, οι επικίνδυνές ουσίες είναι τα υγραέρια και τα άλλα πετρελαιοειδή. Το ατύχημα με τις πλέον δυσμενείς επιπτώσεις αφορά την καταστροφική διάρρηξη δεξαμενής υγραερίου με δημιουργία πύρινης σφαίρας και εκπομπή θερμικής ακτινοβολίας. Επίσης, υπάρχει κίνδυνος εκτεταμένης διαρροής και διασποράς υγραερίου με καθυστερημένη ανάφλεξη, που μπορεί να οδηγήσει σε έκρηξη αερίου νέφους, με καταστροφικές επιπτώσεις από υπερπίεση. Οι κίνδυνοι από πιθανή πυρκαγιά σε δεξαμενές αργού πετρελαίου και προϊόντων του ή το σταθμό φόρτωσης βυτιοφόρων (θερμική ακτινοβολία, διασπορά καυσαερίων) ή διαρροή υδροθείου από μονάδα παραγωγής (διασπορά τοξικής ουσίας) είναι σχετικά μικρότερες.

Σε ότι αφορά στις εγκαταστάσεις των χημικών των ΕΛ.ΠΕ., οι επικίνδυνες ουσίες είναι το βινυλοχλωρίδιο και η αμμωνία. Οι κίνδυνοι από το βινυλοχλωρίδιο (VCM) είναι παρόμοιοι με αυτούς των υγραερίων, και αφορούν σε καταστροφική διάρρηξη δεξαμενής VCM με δημιουργία πύρινης σφαίρας, καθώς επίσης και σε εκτεταμένη διαρροή VCM με πιθανότητα καθυστερημένης ανάφλεξης και έκρηξης. Οι κίνδυνοι από την αμμωνία αφορούν σε εκτεταμένη διαρροή και διασπορά της ουσίας, σε περίπτωση διάρρηξης δεξαμενής αποθήκευσης με σημαντικές επιπτώσεις λόγω τοξικότητας.

Η απόσταση διασποράς εξαρτάται σημαντικά από την ατμοσφαιρική σταθερότητα και την ταχύτητα του ανέμου.

Στις μονάδες παραγωγής και αποθήκευσης χημικών περιλαμβάνεται επίσης, η κρυογενική δεξαμενή αμμωνίας των ΧΒΒΕ (πρώην ΣΙΓΚ) στην περιοχή Καλοχωρίου. Ενδεχόμενο ατύχημα που αφορά σε εκτεταμένη διαρροή και διασπορά της αμμωνίας, είναι γνωστό ότι μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις λόγω της τοξικότητας της ουσίας αυτής.

Οι περισσότερες από τις εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυτοφαρμάκων βρίσκονται στη βιομηχανική περιοχή της Σίνδου. Η επικινδυνότητα των εγκαταστάσεων αυτών εκτιμάται από τη ΣΑΤΑΜΕ ότι είναι μικρή και αφορά κυρίως σε: (α) διασπορά των τοξικών ουσιών των φυτοφαρμάκων ως αποτέλεσμα πυρκαγιάς στους χώρους αποθήκευσης των φυτοφαρμάκων και συμπαράσυρση μέρους της τοξικής ουσίας (φοράτ, παραθείο, μεθυλ-παραθείο, μεθαμιδοφώς, ενδοσουλφάν, αζινφώς-μεθύλ, καρμποφουράν) σε μορφή άκαυστων σωματιδίων (οι κίνδυνοι από τη διασπορά των προϊόντων της καύσης SO2, NΟx είναι αρκετά μικρότερες), και (β) δημιουργία φωτιάς λίμνης από διαρροή και ανάφλεξη υγρών διαλυτών (π.χ. ξυλόλη, ισοπροπανόλη, ακετόνη και εξυλενογλυκόλη) με σχετικά μεγάλη ακτίνα επιπτώσεων από τη παραγόμενη θερμική ακτινοβολία στις περιπτώσεις που η αποθήκευση του διαλύτη γίνεται σε δεξαμενές χωρίς λεκάνη συλλογής ή σε βαρέλια (φωτιά λίμνης μη περιορισμένου χώρου).

Αντί όμως να υπάρξει κάποια ειδική έστω μέριμνα, η «Διάνα» (ΝΟΒΑ-ΣΕΡΒΟΣ) βγήκε από τον κατάλογο της οδηγίας Σεβέζο, με αιτιολογία ότι θα μετεφερόταν.

 

Η ΝΕΑ ΟΔΗΓΙΑ ΣΕΒΕΖΟ ΙΙ

 

            Ενώ όμως δεν είχε καν εφαρμοστεί η παλιά οδηγία Seveso I του 1982 στις περισσότερες βιομηχανίες της χώρας μας, στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες είχε διαπιστωθεί εδώ και χρόνια η ανεπάρκειά της. Γι’ αυτό και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει προχωρήσει από τις 9 Δεκεμβρίου 1996 σε πιο προχωρημένη ρύθμιση.

            Η οδηγία 96/82/ΕΚ έπρεπε να έχει τεθεί σε ισχύ και στη χώρα μας από το 1997 και το αργότερο μέχρι τις 3 Φεβρουαρίου 1999. Πριν λοιπόν κινηθούν οι διαδικασίες παραπομπής μας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο υιοθετήθηκε με κοινή υπουργική απόφαση 5697/590 (29.3.2000, ΦΕΚ Β' 405) και ισχύει από τις 29.5.2000.

            Ήδη όμως η παλιά οδηγία Seveso I είχε καταργηθεί από τις 3.2.99, σύμφωνα με το άρθρο 23 της νέας! Δύο μήνες μετά την κατάργηση, ολοκληρώθηκε και το  ΣΑΤΑΜΕ της Θεσσαλονίκης, που βασίζεται όμως στην παλιά οδηγία!

            Η κατάργηση θεωρήθηκε αναγκαία, γιατί όπως αναφέρει η οδηγία Seveso II στο προοίμιο- «η ανάλυση των δηλωθέντων μεγάλων ατυχημάτων στην Κοινότητα δείχνει ότι τα περισσότερα οφείλονται σε διαχειριστικές ή οργανωτικές παραλείψεις».

Η βασική παραδοχή της Seveso ΙΙ είναι ότι δεν μπορεί ένα μεγάλο ατύχημα να αντιμετωπίζεται μόνο με καταστολή, γι’ αυτό και δίνει βάρος στην πρόληψη. Πρέπει λοιπόν να παίρνονται υπόψη και κριτήρια επικινδυνότητας στο σχεδιασμό των χρήσεων γης και ότι μπορεί να ληφθούν και διορθωτικά μέτρα στην ήδη υπάρχουσα κατάσταση, με περιορισμό των οικισμών, των εγκαταστάσεων κλπ, ώστε να μην υπάρχουν κίνδυνοι για τους πολίτες. Η πρόληψη εκφράζεται στην οδηγία και με τη βελτίωση των συστημάτων ασφαλείας, την εκπαίδευση του προσωπικού, την ενημέρωση του κοινού κ.α.

Πιο αναλυτικά:

·        Αυξάνεται σημαντικά ο αριθμός των μονάδων που πρέπει να υπαχθούν στη νέα οδηγία Seveso II. Στη νέα οδηγία, στο Παράρτημα Ι, έχει μειωθεί σημαντικά ο αριθμός των κατονομαζομένων στο Μέρος Ι επικίνδυνων ουσιών που προσδιορίζουν την εφαρμογή της Οδηγίας, αλλά έχουν αυξηθεί οι κατηγορίες επικίνδυνων ουσιών και παρασκευασμάτων. Επίσης, ως επικίνδυνες ουσίες θεωρούνται στη νέα οδηγία και οι ουσίες εκείνες που μπορεί να μην υπάρχουν στη μονάδα, αλλά δημιουργούνται από κάποια ενδιάμεση χημική διαδικασία ή από μια εκτός ελέγχου διαδικασία, σε περίπτωση ατυχήματος.

·        Συνεκτιμάται το φαινόμενο domino. Προβλέπεται δηλ. η λήψη μέτρων τόσο από την πλευρά των κρατών μελών, όσο και από την πλευρά των ασκούντων την εκμετάλλευση των μονάδων για την αντιμετώπιση της περίπτωσης των πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων (άρθρο 8). Ιδιαίτερα στην περίπτωση βιομηχανικών μονάδων, οι οποίες γειτονεύουν και υπάρχει ο κίνδυνος εμφάνισης πολλαπλασιαστικού φαινομένου αν συμβεί ατύχημα μεγάλης έκτασης, θα πρέπει οι μονάδες αυτές να συνεργαστούν εκ των προτέρων για την εκτίμηση του συνολικού κινδύνου, για την κατάρτιση των σχεδίων έκτακτης ανάγκης, των ενεργειών πρόληψης του φαινομένου καθώς και για την πληροφόρηση του κοινού. Συγκεκριμένα, «τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αρμόδια αρχή, βασιζόμενη στις πληροφορίες που παρέχει ο ασκών την εκμετάλλευση…να καθορίζει τις μονάδες ή ομάδες μονάδων όπου η πιθανότητα και η δυνατότητα ή οι συνέπειες μεγάλου ατυχήματος μπορεί να αυξάνονται λόγω της θέσης και της εγγύτητας αυτών των μονάδων και των ειδών και ποσοτήτων επικίνδυνων ουσιών που διαθέτουν».

·        Η επιχείρηση θα πρέπει να καταρτίζει εσωτερικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης. Τα σχέδια αυτά θα πρέπει να εξετάζονται, δοκιμάζονται και ενδεχομένως αναθεωρούνται τουλάχιστον μια φορά ανά τριετία. Επίσης ο ασκών την εκμετάλλευση θα πρέπει να συντάσσει υποχρεωτικώς έγγραφο εκθέτοντας την οικεία πολιτική πρόληψης μεγάλων ατυχημάτων και να εξασφαλίζει την ορθή εφαρμογή της (άρθρο 7). Η πολιτική αυτή προβλέπει την ανάπτυξη ενός διαχειριστικού συστήματος ασφαλείας το οποίο θα περιλαμβάνει την οργανωτική δομή, τις αρμοδιότητες, τις πρακτικές, τις διεργασίες και τους πόρους για την εφαρμογή της πολιτικής πρόληψης ενός μεγάλους ατυχήματος, αφού, όπως έχει μέχρι σήμερα διαπιστωθεί, τα αίτια των μεγαλύτερων ατυχημάτων οφείλονται σε οργανωτικές και διαχειριστικές παραλήψεις.

·        Οι στόχοι της πρόληψης των μεγάλων ατυχημάτων και του περιορισμού των συνεπειών τους πρέπει να συνυπολογίζονται στις πολιτικές χρήσης γης ή και τις άλλες σχετικές πολιτικές (άρθρο 12). Γι' αυτό τα κράτη μέλη πρέπει να ελέγχουν α) τη χωροθέτηση της εγκατάστασης των νέων μονάδων β) τις μετατροπές στις υπάρχουσες μονάδες, γ) τα νέα χωροταξικά έργα γύρω από τις υφιστάμενες μονάδες. Στο νόμο όμως που επικυρώνει την Οδηγία δεν υπάρχουν τα κριτήρια χωροθέτησης, παρά μόνο ένα γενικό ευχολόγιο, όπως ήδη αναφέραμε.

·        Υπάρχει υποχρέωση δημιουργίας ενός συστήματος ανταλλαγής πληροφοριών ανάμεσα στα κράτη μέλη, με τις αποκτηθείσες εμπειρίες στον τομέα πρόληψης ατυχημάτων μεγάλης έκτασης και περιορισμού των συνεπειών τους (άρθρο 19).

·        Προβλέπεται περισσότερη και πιο άμεση εμπλοκή των πολιτών, αφού κατά τη σύνταξη των Ειδικών ΣΑΤΑΜΕ (των εξωτερικών σχεδίων έκτακτης ανάγκης που πρέπει να καταρτιστούν από τη Νομαρχία Θεσσαλονίκης για κάθε υπόχρεη εγκατάσταση) θα πρέπει να ζητηθεί η γνώμη τους. Τονίζεται μάλιστα ότι «για να βελτιωθεί η πληροφόρηση για το περιβάλλον, το κοινό πρέπει να έχει πρόσβαση στις εκθέσεις ασφαλείας που συντάσσουν οι ασκούντες την εκμετάλλευση, οι δε απειλούμενοι από μεγάλο ατύχημα πρέπει να διαθέτουν επαρκή στοιχεία για αντιδράσουν ορθά σε παρόμοια περίπτωση». Σημαντικότατο είναι το άρθρο 13 της οδηγίας όπου αναφέρεται ότι «τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα ασφαλείς και την απαιτούμενη συμπεριφορά σε περίπτωση ατυχήματος να παρέχονται αυτεπαγγέλτως στους κινδυνεύοντες από μεγάλο ατύχημα». Τονίζεται μάλιστα ότι «τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η έκθεση ασφαλείας να δημοσιοποιείται» και ότι «το κοινό μπορεί να δίνει τη γνώμη του» στο σχεδιασμό για νέες μονάδες, τη μετατροπή υφιστάμενων μονάδων ή τη διαρρύθμιση των χώρων γύρω τους. Επιπλέον η οδηγία επιβάλλει «να ζητείται η γνώμη του μεν προσωπικού για το εσωτερικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης του δε κοινού για το εξωτερικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης».

 

Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΞΑΝΑΧΤΥΠΗΣΕΙ

 

Στην περιοχή που γειτνιάζει άμεσα με τις βιομηχανίες στα Δυτικά της πόλης κατοικούν περίπου 45.000 άτομα, χώρια οι χιλιάδες εργαζόμενοι στα 1700 περίπου μικρά και μεγάλα εργοστάσια, που λειτουργούν εκεί. Αυτός είναι και ο λόγος για το έντονο ενδιαφέρον που δείχνουν οι Δήμοι της περιοχής, αν και είναι ένα ζήτημα που αφορά όλη τη Θεσσαλονίκη.

Το ατύχημα της 19.2.1999 στα διυλιστήρια των ΕΛ.ΠΕ. (Ελληνικών Πετρελαίων, πρώην ΕΚΟ) έδειξε με χαρακτηριστικό τρόπο ότι κάποιο μεγάλο ατύχημα μπορεί να συμβεί οποτεδήποτε, ακόμη και μέσα στη νύχτα και μάλιστα σε δημόσιες εγκαταστάσεις, που λειτουργούν με αμερικάνικες προδιαγραφές. Οι κίνδυνοι λοιπόν να υπάρξει ένα μεγαλύτερο ατύχημα ακόμη και από αυτό της Jet Oil το 1986 είναι υπαρκτοί και ιδιαίτερα στις εγκαταστάσεις που δεν έχουν συμμορφωθεί ακόμη με τις κοινοτικές προδιαγραφές.

 

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

 

Τι πρέπει να γίνει λοιπόν; Ποιες είναι εκείνες οι επιλογές που θα αποκλείουν τους κινδύνους για τη ζωή και την υγεία μας; Πως μπορεί να αποκλεισθεί η πιθανότητα να γίνει η Θεσσαλονίκη ολοκαύτωμα;

            Σίγουρα το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται μόνο με ευχολόγια ή έστω και με νόμους. Όμως απαιτείται:

·        Συνολική μελέτη χωροθέτησης των δραστηριοτήτων σε σχέση με την επικινδυνότητα στην περιοχή και πιθανή μετεγκατάσταση κάποιων.

·        Σύνταξη των Ειδικών ΣΑΤΑΜΕ, δηλαδή των εξωτερικών σχεδίων έκτακτης ανάγκης για κάθε εγκατάσταση, από τη Νομαρχία Θεσσαλονίκης.

·        Συγκρότηση αποτελεσματικών και ευέλικτων μηχανισμών ελέγχου των συνθηκών που μπορούν να δημιουργήσουν ένα μεγάλο ατύχημα.

·        Διενέργεια αιφνίδιων έλεγχων, που θα εγγυώνται την εφαρμογή των μέτρων περιορισμού των κινδύνων.

·        Πλήρης ενημέρωση και ασκήσεις ετοιμότητας των πολιτών από τη Νομαρχία και τους Δήμους.

 

Είναι σαφές ότι και το ΥΠΕΧΩΔΕ και η η νομαρχιακή αυτοδιοίκηση έχουν τους δικές τους ευθύνες. Γι’ αυτό και πρέπει να τις αναλάβουν.