Εκδήλωση-συζήτηση

«Οι πόλεις που βιώνουμε-Οι πόλεις που επιθυμούμε»

Διοργάνωση:

* ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΚΙΝΗΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΤΤΙΚΗ

* ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΔΗΜΟΤΩΝ ΗΛΙΟΥΠΟΛΗΣ

Ηλιούπολη Αττικής, 22 Ιανουαρίου 2002

ΚΙΝΗΜΑΤΑ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

του Θανάση Τσακίρη

 

                                                                                                                                                                               

Τα θεμέλια των μεγάλων κοινωνικών κινημάτων του παρελθόντος τέθηκαν κατά τη διάρκεια πολλών χρόνων έρευνας, ανταλλαγής θεωρητικών απόψεων, συλλογικής δράσης, οργάνωσης και αγώνα. Αυτό είναι κάτι που αληθεύει και για τις επερχόμενες φάσεις της κοινωνικής αλλαγής.

Noam Chomsky

 

Αν αυτό το απόφθεγμα από τα γραπτά του μεγάλου αμερικανού διανοητή των ημερών μας ισχύει παντού και πάντοτε, εξίσου αληθινό φαντάζει -και σίγουρα είναι μετά τις εμπειρίες μιας ολόκληρης εικοσαετίας και όχι μόνο – το ερώτημα ενός άλλου μεγάλου στοχαστή, που μας λείπει εδώ και 23 χρόνια, του Νίκου Πουλαντζά: «Πώς να συλλάβουμε έναν ριζικό μετασχηματισμό του Κράτους συναρθρώνοντας τη διεύρυνση και το βάθεμα των θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και των ελευθεριών (που ήταν και μια κατάκτηση των λαϊκών μαζών) με την ανάπτυξη των μορφών δημοκρατίας στη βάση και τη διασπορά αυτοδιαχειριστικών εστιών». Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα του σοσιαλισμού˙ ένα πρόβλημα που δεν έλυσε η Οκτωβριανή επανάσταση το 1917, δεν έλυσε η κυβέρνηση της Ελεύθερης Ελλάδας το 1944, αλλά το έθεσε με αναπάντεχο και δημιουργικό τρόπο ο Μάης του ’68, η Άνοιξη της Πράγας, ο φοιτητικός Ιούνης του Πεκίνου, τα κοινωνικά κινήματα των πολιτών για την οικολογία, το φεμινισμό, τα δικαιώματα των νέων και των μεταναστών, για το δικαίωμα στην αυτοέκφραση και την αυτοδιάθεση. Το ερώτημα το θέτει η καθημερινή μας πρακτική και οι δικές μας οι προσωπικές εμπειρίες από τους αγώνες μας στα συνδικάτα, στους φοιτητικούς συλλόγους, στις λειτουργίες των δήμων και των κοινοτήτων, στις θεματικές κινητοποιήσεις. Επίσης, σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως αυτή του Πόρτο Αλέγκρε της Βραζιλίας, το πείραμα της άμεσης δημοκρατίας και της συνάρθρωσής της με την αντιπροσωπευτική έχει σημειώσει σχετική επιτυχία, κάτι που θα διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι όσοι και όσες θα λάβουν μέρος στις συνεδριάσεις του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ τις επόμενες ημέρες.

 

Γεννιέται, λοιπόν, ένα νέο ερώτημα. Πώς θα μπορούσαν σήμερα να συμβάλλουν τα κινήματα πολιτών στην άμεση δημοκρατία;. Αν δεχτούμε την δημοκρατία με την ευρεία της έννοια, δηλαδή αυτήν της «δημοκρατικής αυτονομίας», τότε θα πρέπει να αγωνιστούμε για την άμεση συμμετοχή στους τοπικούς κοινοτικούς θεσμούς και για την αυτοδιαχείριση των επιχειρήσεων συλλογικής ιδιοκτησίας, που συνεπάγεται ένα υψηλό βαθμό ευθύνης του κράτους και μια δημοκρατική αναδιάρθρωση της κοινωνίας των πολιτών.[1]

 

Αν, όμως, αυτός είναι ο στόχος πρέπει κάποιοι να κινητοποιηθούν για την επίτευξή του και να βρίσκονται σε κατάσταση διαρκούς επαγρύπνησης για τον έλεγχο της συνεχούς συμμετοχής. Αυτά είναι τα κύρια καθήκοντα των κοινωνικών κινημάτων των πολιτών.

 

Ας έλθουμε τώρα στην έννοια του κοινωνικού κινήματος πολιτών. Πώς ορίζονται, πώς δημιουργούνται, ποιοι συμμετέχουν, ποιες είναι οι στρατηγικές τους;

 

Σύμφωνα με έναν ορισμό: «Κοινωνικό κίνημα είναι μια ομάδα ανθρώπων που εμπλέκονται με τρόπο ιδεολογικά συνεπή και μη θεσμοποιημένο στην αλλαγή της τρέχουσας κατάστασης και τροχιάς της κοινωνίας»[2].

 

Η αποδοχή του ορισμού αυτού προϋποθέτει την απάντηση σε ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα που σχετίζονται με τα ίδια τα συστατικά στοιχεία του. Συνεπώς, ο ίδιος ο ορισμός του «κοινωνικού κινήματος»[3] είναι το έδαφος πάνω στο οποίο μπορούν να στηριχθούν οι θεωρίες περί «κοινωνικών κινημάτων».[4]

 

Μερικά από αυτά τα ερωτήματα είναι τα εξής:

 

1.   Γιατί υπάρχουν άνθρωποι που δεν είναι ικανοποιημένοι από την τρέχουσα κατάσταση της κοινωνίας και την κατεύθυνση την οποία φαίνεται ότι ακολουθεί;

2.   Γιατί οι άνθρωποι αυτοί εμπλέκονται σε κοινωνικά κινήματα αντί να προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματα αυτά σε ατομική βάση ή με τρόπους θεσμοποιημένους;

3.   Γιατί πιστεύουν ότι αυτός ο προτεινόμενος τύπος αλλαγής είναι ταυτόχρονα θεμιτός και επιθυμητός;

4.   Γιατί άλλοι εμπλέκονται στα κινήματα αυτά και άλλοι όχι, παρά το γεγονός ότι αντιμετωπίζουν τα ίδια ή παρόμοια ατομικά ή συλλογικά προβλήματα;

5.   Γιατί, και εδώ είναι που υπεισέρχεται ο παράγοντας της συγκριτικής πολιτικής ανάλυσης, συγκεκριμένες κοινωνίες ή τύποι κοινωνιών παρουσιάζουν υψηλότερους βαθμούς κινηματικής δραστηριότητας σε σχέση με άλλες;

6.   Γιατί μέσα στην ίδια κοινωνία, ή γενικότερα στον ίδιο τύπο κοινωνιών, τα κινήματα διαφοροποιούνται μεταξύ τους τόσο μορφικά όσο και ιδεολογικά;

7.   Γιατί μερικά κινήματα πετυχαίνουν στον α΄ ή β΄ βαθμό τόσο τους γενικότερους όσο και τους ειδικούς στόχους τους ενώ άλλα αποτυγχάνουν;

 

Οι θεωρίες με τις οποίες οι κοινωνικοί επιστήμονες προσπαθούν να στοιχειοθετήσουν ικανοποιητικές απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά διαδέχονται η μία την άλλη την τελευταία εικοσαετία κατά την οποία τα κινήματα αλλάζουν χαρακτήρα ανταποκρινόμενα σε αλλαγές στην ίδια την κοινωνία. Συνεπώς, οι αλλαγές στις θεωρητικές κατευθύνσεις λαμβάνουν χώρα όταν υπάρχουν εξωτερικές μεταβολές που τις επηρεάζουν[5]. Στις εξωτερικές συνθήκες των οποίων η μεταβολή επηρεάζει τις θεωρίες περί κοινωνικών κινημάτων μπορούμε να περιλάβουμε και τις μεταβολές που υφίσταται το «πολιτιστικό και το πνευματικό κλίμα» στις κοινωνίες αναφοράς. Επίσης, επειδή δεν υφίσταται μία γενική θεωρία που να παρέχει ικανοποιητικές εξηγήσεις για όλα τα ερωτήματα, οι αλλαγές έχουν και εσωτερικό χαρακτήρα, δηλαδή τίθενται νέα ερωτήματα από τους ερευνητές που αμφισβητούν και διαψεύδουν την εξηγητική και ερμηνευτική δυνατότητα προηγουμένων θεωριών[6]. Επομένως, στις μεταβολές των εσωτερικών συνθηκών παραγωγής των θεωριών μπορούμε να περιλάβουμε και τις μεταβολές στο «πολιτιστικό και πνευματικό κλίμα» που προαναφέραμε ως εξωτερικό παράγοντα. Η δημόσια συζήτηση γι’ αυτά τα θέματα είναι συνεχής και δεν μπορεί να κλείσει ποτέ καθώς οι κοινωνικές εξελίξεις δημιουργούν διαρκώς νέες συνθήκες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Γι’ αυτό η απόπειρά μου θα είναι κατ’ ανάγκη σχηματική και θα δώσει μια γενική εικόνα αυτών των ερωτημάτων στα οποία αναφερόμαστε.

 

Ερώτημα 1. Γιατί υπάρχουν άνθρωποι που δεν είναι ικανοποιημένοι από την τρέχουσα κατάσταση της κοινωνίας και την κατεύθυνση την οποία φαίνεται ότι ακολουθεί;

Απάντηση: Γιατί υπάρχουν πάντα κυρίαρχοι και κυριαρχούμενοι με βάση διάφορα κριτήρια, όπως η ταξική προέλευση και θέση, το φύλο, η φυλή, η εθνοτική ομάδα, ή υπάρχουν πάντοτε προβλήματα που σχετίζονται με το περιβάλλον, την παιδεία και άλλα που δεν έχουν άμεση ταξική αναφορά ούτε καθορίζονται από την κοινωνική θέση ή την κοινωνική ταυτότητα με μια στενή έννοια.

Ερώτημα 2. Γιατί οι άνθρωποι αυτοί εμπλέκονται σε κοινωνικά κινήματα αντί να προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματα αυτά σε ατομική βάση ή με τρόπους θεσμοποιημένους;

Απάντηση: Γιατί δεν υπάρχει ένα σύστημα λήψης αποφάσεων που να ενσωματώνει ισότιμα στις δομές του όλες τις πτυχές και τις ιδιότητες-ταυτότητες των πολιτών.

Ερώτηση 3. Γιατί πιστεύουν ότι αυτός ο προτεινόμενος τύπος αλλαγής είναι ταυτόχρονα θεμιτός και επιθυμητός;

Απάντηση: Αυτό εξαρτάται πολύ περισσότερο από τη συγκυρία, από τις συνθήκες και τις αντιλήψεις που κυριαρχούν σε κάθε συγκεκριμένο κοινωνικό συσχετισμό. Αν το παράδειγμα των ΗΠΑ δεν μας λέει τίποτα, τότε πώς μπορούμε να εξηγήσουμε την σημερινή εξέγερση των ως πρόσφατα βουτηγμένων στην κατανάλωση Αμερικανών που διεκδικούν ξανά τα δικαιώματά τους στην εργασία, στην εκπαίδευση και που κατεβαίνουν κατά εκατοντάδες χιλιάδες στους δρόμους για να σταματήσουν έναν πόλεμο που είναι ακόμη στα σκαριά;

4. Γιατί άλλοι εμπλέκονται στα κινήματα αυτά και άλλοι όχι, παρά το γεγονός ότι αντιμετωπίζουν τα ίδια ή παρόμοια ατομικά ή συλλογικά προβλήματα;

Απάντηση: Επειδή αντικειμενικά δεν επηρεάζονται όλοι και όλες στον ίδιο βαθμό από τα προβλήματα που ενδεχομένως να είναι κοινά για όλη την ανθρωπότητα. Είναι χαρακτηριστικότατο το παράδειγμα των εύπορων τάξεων που διαθέτουν βίλες σε καθαρές εξοχικές περιοχές σε σχέση με την αθλιότητα και τη μιζέρια που βιώνουν οι εξαθλιωμένες μάζες των μεταναστών και των προσφύγων σε βρόμικες και υποβαθμισμένες συνοικίες και παραγκουπόλεις στα κέντρα ή στα προάστια των «μεγα-πόλεων». Ιδεολογικές και κοινωνικές προκαταλήψεις, αντιλήψεις και συμπεριφορές, με λίγα λόγια η ιδιαίτερη πολιτική και κοινωνική κουλτούρα μιας ομάδας ανθρώπων μπορεί να παίξει ρόλο υποκινητή αγώνων ή να συμβάλει στην παραπέρα παθητικοποίηση και συντηρητικοποίηση.

5. Γιατί, και εδώ είναι που υπεισέρχεται ο παράγοντας της συγκριτικής πολιτικής ανάλυσης, συγκεκριμένες κοινωνίες ή τύποι κοινωνιών παρουσιάζουν υψηλότερους βαθμούς κινηματικής δραστηριότητας σε σχέση με άλλες;

Απάντηση: Κάθε κοινωνικός σχηματισμός έχει διαφορετικό ιστορικό διαμόρφωσης των δομών του και της πολιτικής και κοινωνικής κουλτούρας και συμπεριφοράς των πολιτών με αποτέλεσμα τις διαφορετικές ποσοτικά και ποιοτικά κοινωνικές κινητοποιήσεις. Σε μια κοινωνία όπου η κουλτούρα είναι ατομικιστική (π.χ. ΗΠΑ, Ελλάδα κλπ) η συμμετοχή των πολιτών είτε πολιτικοποιείται σε μεγάλο βαθμό από τα πάνω και είναι επιφανειακή είτε είναι ευκαιριακή και αφορά είτε μεμονωμένα θέματα ή πρόσκαιρες καταστάσεις.

6. Γιατί μέσα στην ίδια κοινωνία, ή γενικότερα στον ίδιο τύπο κοινωνιών, τα κινήματα διαφοροποιούνται μεταξύ τους τόσο μορφικά όσο και ιδεολογικά;

Απάντηση: Και εδώ ο ιστορικός παράγοντας ορισμένες φορές έχει καθοριστική επίδραση. Για παράδειγμα η Γερμανική περίπτωση όπου το Οικολογικό κίνημα προήλθε από την αγωνιστική παράδοση της δεκαετίας του ’60, και όπου το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα με την κυβέρνηση του Μεγάλου Συνασπισμού με το Χριστιανοδημοκρατικό άφησε ένα μεγάλο κενό στην κοινωνική αντιπολίτευση, με αποτέλεσμα, βοηθούσης και της διάσπασης της Γερμανίας σε δύο ανταγωνιζόμενα κράτη, να εμφανιστεί το Κόμμα των Πρασίνων στο ρόλο της μοναδικής ριζικής αντιπολίτευσης της δεκαετίας του ’70 σε αντίθεση με την περίπτωση της Σουηδίας, όπου το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα κυριαρχούσε επί 50 χρόνια ελέγχοντας πολύ πιο αποτελεσματικά τα κοινωνικά κινήματα.

7. Γιατί μερικά κινήματα πετυχαίνουν στον α΄ ή β΄ βαθμό τόσο τους γενικότερους στόχους τους όσο και τους ειδικούς ενώ άλλα αποτυγχάνουν;

Απάντηση: Το θέμα αυτό είναι ακόμη πιο περίπλοκο καθώς έχουμε να κάνουμε με διαφορετικού χαρακτήρα κοινωνικά κινήματα που αποτελούνται από διαφορετικά συγκροτημένες κοινωνικές τάξεις και ομάδες, που διαθέτουν τις δικές τους ξεχωριστές ιστορικές καταβολές και που οι νοοτροπίες τους είναι εντελώς διαφορετικές. Παραδείγματος χάριν, άλλη είναι η ιστορική συγκρότηση του αγροτικού κινήματος, η κοινωνική βάση του που είναι μαζική και επηρεάζει άμεσα τις πολιτικές στρατηγικές των κομμάτων και άλλη είναι η συγκρότηση του οικολογικού κινήματος στην Ελλάδα που αναπτύχθηκε – όσο αναπτύχθηκε – για να αντιμετωπίσει σε σύντομο χρονικό διάστημα τέτοιας τάξης και μεγέθους προβλήματα που χρειάστηκε πολύς χρόνος για να δημιουργηθούν και να τα συνειδητοποιήσει ένα κοινωνικό ακροατήριο ποικίλων προελεύσεων και διαστάσεων.

 

ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΣΥΝΑΡΘΡΩΣΗΣ ΑΜΕΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

 

Η περίπτωση του Πόρτο Αλέγκρε.[7]

 

Στο «Λιμάνι της Χαράς», όπως είναι η μετάφραση του ονόματος της Βραζιλιάνικης αυτής πόλης των 1,2 εκατομμυρίων κατοίκων, εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια ένα σύστημα άμεσης δημοκρατίας στη διοίκηση του δήμου. Να σημειώσουμε εδώ, προτού περιγράψουμε τις λειτουργίες του συστήματος, ότι αυτό εφαρμόζεται από το 1989 από την τοπική κυβέρνηση που ανήκει στο Κόμμα των Εργαζομένων το οποίο πριν λίγους μήνες εξέλεξε τον αρχηγό του στη θέση του Προέδρου της Βραζιλίας με το ανεπανάληπτο 64%. Διεξήχθη μια μεγάλη δημοσκόπηση στην οποία το ερώτημα «Θα ήταν καλύτερη η χώρα αν ο λαός είχε την εξουσία να αποφασίζει;» έλαβε 86% θετικές απαντήσεις. Το πρώτο θέμα για το οποίο κλήθηκαν οι πολίτες να συζητήσουν και να πάρουν αποφάσεις ήταν αυτό των δημοσίων δαπανών. Έτσι το Κόμμα των Εργαζομένων καθιέρωσε την πρακτική της «αμεσοδημοκρατικής κατάρτισης του προϋπολογισμού» (“orçamento participativo”). Το Κόμμα των Εργαζομένων εξάλλου αποτελείται από ομάδες και κινήματα που έχουν εγγεγραμμένη στα πολιτικά τους προγράμματα δύο βασικούς στόχους, την αλλαγή προτεραιοτήτων (δηλ. την ανατροπή του πελατειακού συστήματος που εξυπηρετούσε την αστική τάξη και τις εθνικές και περιφερειακές ελίτ υπέρ των εργατικών και αγροτικών τάξεων και των φτωχών ομάδων του πληθυσμού των παραγκουπόλεων “favelas”), και την συμμετοχική δημοκρατία). Το κόμμα αυτό συγκροτήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του  ’80 μετά την πολιτική αλλαγή από το στρατιωτικό δικτατορικό καθεστώς στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Οι συνιστώσες του ήταν εργατικά συνδικάτα και αυτόνομα εργατικά και αγροτικά κινήματα, χριστιανικές ριζοσπαστικές αυτοδιαχειριστικές κοινότητες που είναι ίδιον της Βραζιλιάνικης περίπτωσης, πρώην επαναστατικά Μαρξιστικά και Τροτσκιστικά κόμματα και ομάδες.

 

Κάθε Απρίλιο γίνεται ο «πρώτος γύρος» γενικών συνελεύσεων των 16 διαμερισμάτων του δήμου. Γίνονται επίσης συνελεύσεις 5 θεματικών φόρουμ που έχουν ως αντικείμενά τους: α) τις μεταφορές και το κυκλοφοριακό, β) την πολεοδομία και την οργάνωση της πόλης, γ) την εκπαίδευση και τον πολιτισμό, δ) την  υγεία και την κοινωνική πρόνοια, και ε) την οικονομική ανάπτυξη και την φορολογική μεταρρύθμιση. Σχεδόν πάντα ο «πρώτος γύρος» έχει πανηγυρικό χαρακτήρα και θεατρικό στυλ αλλά χρησιμεύει ως εκπαιδευτικός μηχανισμός για την προσέλκυση και μύηση των νέων πολιτών στην συμμετοχική διαδικασία. Στο τέλος της συνέλευσης παίρνουν το λόγο οι πολίτες και ασκούν κριτική στα πεπραγμένα και στις γενικές προτάσεις επί του προϋπολογισμού της διοίκησης του δήμου.

 

Μετά τις γενικές συνελεύσεις του «πρώτου γύρου» διεξάγονται ενδιάμεσες συνελεύσεις κατά γειτονιές και κατά θεματικές ομάδες. Σ’ αυτές τις συνελεύσεις οι πολίτες προτείνουν τα θέματα που επιθυμούν να συζητηθούν και καταρτίζονται οι «κατάλογοι επενδυτικών προτεραιοτήτων». Κατά τον Ιούνιο, γίνεται ο «δεύτερος γύρος» περιφερειακών και θεματικών συνελεύσεων όπου τόσο οι προτεινόμενες επενδυτικές προτεραιότητες (π.χ. ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ασφαλτόστρωση δρόμων, δημιουργία πάρκων κλπ.) όσο και τα προτεινόμενα επενδυτικά σχέδια παρουσιάζονται στους αξιωματούχους και στα στελέχη της διοίκησης του δήμου. Επίσης, στη φάση αυτή κάθε συνέλευση εκλέγει δύο εκπροσώπους της (και δύο αναπληρωματικούς) που θα λάβουν μέρος στο Δημοτικό Συμβούλιο επί του Προϋπολογισμού. Στις δύο αυτές πρώτες φάσεις εκλέγονται οι αντιπρόσωποι για το Περιφερειακό Φόρουμ επί του Προϋπολογισμού. Αυτό το Φόρουμ συναρθρώνει τους καταλόγους προτεραιοτήτων που καταρτίζονται από τις συνελεύσεις γειτονιάς σε έναν ενιαίο κατάλογο για ολόκληρη την περιφέρεια και διαπραγματεύεται την εφαρμογή του με τις υπηρεσίες του δήμου. Το Φόρουμ των Αντιπροσώπων συνεχίζει τις εργασίες του ολόκληρο το χρόνο. Αντιμετωπίζουν και επιλύουν το δίλημμα που θέτουν οι υπηρεσίες του δήμου περί «τεχνικών περιορισμών» ή «οικονομικής βιωσιμότητας» και, σε τελευταία ανάλυση, είναι αυτά που έχουν την εξουσία να λαμβάνουν τις οριστικές αποφάσεις. Τα φόρουμ παρακολουθούν και καταγράφουν τις κινήσεις της διοίκησης ώστε να διασφαλίζεται η υλοποίηση των υποσχέσεων και διαχειρίζονται στο μικρο-επίπεδο την εφαρμογή στην πράξη των κεφαλαιακών σχεδίων.

 

Το Δημοτικό Συμβούλιο επί του Προϋπολογισμού συναρθρώνει τα αιτήματα που στέλνει κάθε περιφερειακό και θεματικό Φόρουμ για την κατάρτιση του ετήσιου προγράμματος επενδύσεων της πόλης.

 

Έτσι μέσα από αυτή τη διαδικασία διασφαλίζεται ο διαχωρισμός του αποφασίζω και του κυβερνώ, με την έννοια του συντονίζω.

 

Η μέχρι σήμερα εμπειρία από το πείραμα του Πόρτο Αλέγκρε δείχνει στον πιο δύσπιστο παρατηρητή την αποτελεσματικότητα της παρέμβασης των πολιτών στη διοίκηση του δήμου μέσα από την εφαρμογή της άμεσης δημοκρατίας. Για παράδειγμα, πριν από την εφαρμογή της άμεσης δημοκρατίας, οι γραμμές αποχέτευσης έφταναν μόλις τα 17 χιλιόμετρα ενώ κατά την περίοδο 1990-1994 τα χιλιόμετρα αυξήθηκαν σε 46, πράγμα που σημαίνει ότι στην περίοδο 1989-1996 το ποσοστό πληθυσμού που είχε πρόσβαση σε γραμμές αποχέτευσης αυξήθηκε από 46% σε 95%. Σε πολλές φτωχογειτονιές (favelas) που μέχρι πρότινος κυριαρχούνταν από λασπόδρομους και μονοπάτια φτιάχτηκε οδικό δίκτυο ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση σε λεωφορεία, οχήματα καθαριότητας, νοσοκομειακά αυτοκίνητα και φορτηγά.

 

Ένα ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο η συμμετοχή είναι τέτοια που να δικαιολογεί την όποια δικαίωση του θεσμού, καθόσον ότι τα έργα της αποχέτευσης και της διάνοιξης βασικών οδών στις φτωχογειτονιές θα μπορούσαν κάλλιστα να είχαν γίνει από κλασικές σοσιαλδημοκρατικές ή / και σοσιαλφιλελεύθερες κυβερνήσεις. Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 1994 η συμμετοχή στο σύνολο των συνελεύσεων όλου του χρόνου έφτασε περίπου το 8% του ενήλικου πληθυσμού. Το ποσοστό αυτό μοιάζει μικρό συγκρινόμενο με το ποσοστό των συμμετεχόντων στις κοινοβουλευτικού χαρακτήρα εκλογές. Όμως, αυτή η απόλυτη σύγκριση αδικεί την προσπάθεια γιατί αφαιρεί από την οπτική της το γεγονός ότι ο πληθυσμός πρέπει να εκπαιδεύεται διαρκώς σε μεγάλης διάρκειας διαδικασίες άμεσης συμμετοχής, συζήτησης και λήψης αποφάσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολύ μεγαλύτερο ποσοστό συμμετέχει στον «πρώτο γύρο» της διαδικασίας συνελεύσεων όπου, όπως τονίσαμε, εκπαιδεύονται οι πολίτες στην πράξη της άμεσης συμμετοχής. Δεν έχουν όμως ακόμη δημοσιευτεί στοιχεία για τη συμμετοχή μετά το 1994.

 

Στις διαδικασίες αυτές συμμετέχουν πολύ περισσότερο τα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας και μέλη της κλασικής εργατικής τάξης. Για παράδειγμα, στις περιφερειακές συνελεύσεις, ενώ πάνω από το 50% των νοικοκυριών της πόλης αμείβονται με μισθούς πενταπλάσιους του κατώτερου, μόνο το 34% των συμμετεχόντων προέρχεται από αυτά τα νοικοκυριά, και ενώ λιγότερο από το 30% των νοικοκυριών αμείβεται με μισθούς τριπλάσιους (ή και λιγότερο) από τον κατώτερο το ποσοστό των συμμετεχόντων που προέρχονται απ’ αυτά είναι μεγαλύτερο από 45%, και το υπόλοιπο 12% αντιπροσωπεύει το 1/3 των συμμετεχόντων. Αντίθετα, η εμπειρία δείχνει ότι στα δημοψηφίσματα συμμετέχουν, ως επί το πλείστον, οι πιο πλούσιοι και οι πιο εκπαιδευμένοι. Μια πρώτη εξήγηση είναι ότι το κόστος της πληροφόρησης για τα θέματα των δημοψηφισμάτων είναι μεγάλο ενώ αντίθετα στις συνελεύσεις γειτονιάς για το δημόσιο προϋπολογισμό είναι πιο σίγουρα τα φτωχότερα στρώματα ότι θα πετύχουν να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσής τους και το επίπεδό τους. Η τοπική κυβέρνηση του Πόρτο Αλέγκρε προσπαθεί να μειώσει το πληροφοριακό κόστος για τα θέματα των δημοψηφισμάτων ώστε να αλλάξει στα μάτια των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων η εικόνα των «πολυτελών δημοψηφισμάτων».

 

Άλλα προβλήματα που προκύπτουν σχετίζονται με το ρόλο της γραφειοκρατίας που διαπερνά όλους τους τομείς της δημοτικής διοίκησης και απειλεί να ακυρώσει κάθε νεωτερισμό που κινείται προς την κατεύθυνση της άμεσης δημοκρατίας και της αυτοδιαχείρισης κατατρώγοντας τους δημόσιους και δημοτικούς πόρους και δημιουργώντας λειτουργικά προβλήματα στις σχέσεις του δήμου με τρίτους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς που είναι εντεταλμένοι να εκτελούν δημόσιο κοινωνικό έργο (π.χ. συγκοινωνίες, προμηθευτές σχολικών ειδών κλπ.). Για την επίλυση των προβλημάτων της είσπραξης φόρων ετέθη σε λειτουργία το 1989 το πιο προοδευτικό φορολογικό σύστημα στην ιστορία της χώρας καθώς από τη μια συνδέθηκε με τους δείκτες πληθωρισμού και από την άλλη ωφελήθηκαν οι κάτοχοι οικημάτων κατοικίας έναντι των κατόχων εμπορικών ιδιοκτησιών.

 

Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλά ακόμη στοιχεία για το πείραμα του Πόρτο Αλέγκρε. Όμως, εκείνο που έχει σημασία να τονίσουμε είναι ότι τελικά το πείραμα αυτό ενδυναμώνει το ενδιαφέρον των πολιτών για τη δημοκρατία και με τη σειρά του το ενισχυμένο ενδιαφέρον ενισχύει τη δημοκρατία. Τέλος, ας σημειώσουμε ότι το πείραμα αυτό είναι κατά κάποιο τρόπο ένα πείραμα «κινητοποίησης και συμμετοχής από τα πάνω», που, ίσως, υπό άλλες συνθήκες να μην λειτουργούσε και να κατέληγε σε παρωδία, ακόμη και σε τραγωδία. Εδώ, αντίθετα, μέχρι τώρα λειτούργησε αντίστροφα, και μένει να αποδειχθεί εάν θα γίνει πράγματι κτήμα «των από κάτω».



[1] Sorensen G., (1998), Democracy and Democratization: Process and Prospects in a Changing World, Westview Press, Boulder, CO

[2] Βλ. Garner R. (1996), Contemporary Movements and Ideologies, New York, McGraw-Hill Inc..

[3] Με μια διαφορετική διατύπωση ο Δ. Τσαούσης ορίζει ότι κοινωνικό κίνημα είναι «αιτήματα που προβάλλονται και προσπάθειες που καταβάλλονται από ευρύτερα κοινωνικά σύνολα, που επιδιώκουν την επίτευξη περιορισμένων ή ευρύτερων διαρθρωτικών μεταβολών στο υφιστάμενο σύστημα κοινωνικών σχέσεων, χωρίς όμως η δράση τους να αποτελεί μόνιμες μορφές πολιτικής οργάνωσης και δράσης..... [Π]αλαιότερα, ο όρος κοινωνικό κίνημα ήταν ταυτόσημος με την επίλυση του ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ και το εργατικό κίνημα». Βλ. Τσαούσης Δ. (1989), Χρηστικό Λεξικό Κοινωνιολογίας, Αθήνα, εκδ. Gutenberg, σελ. 150.

[4] Για μια συνοπτική παρουσίαση των θεωριών περί κοινωνικών κινημάτων και την εφαρμογή των πορισμάτων τους στη μελέτη των κοινωνικών κινημάτων στη Λατινική Αμερική, βλ. Defay B.J. 2001, The Sociology of Social Movements (Διδακτορική διατριβή στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του University of California in San Diego στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://weber.uscd.edu/~jdefay/sm.html). Βλ. επίσης και Kling J.(1995), «Narratives of Possibility: Social Movements, Collective Action, and the Dilemmas of Practice» (ανακοίνωση στο «New Social Movement and Community Organizing Conference» University of Washington School of Social Work, 1-3/11/95, ηλεκτρονική διεύθυνση http:

[5] Επειδή ουσιαστικά μιλάμε για «αλλαγή παραδείγματος» βλ. Kuhn Th. (1962), The Structure of Scientific Revolution, Chicago, Chicago University Press.

[6] Bλ. Popper Κ. (1959), The Logic of Scientific Discovery, London, Hutchinson.

[7] Βλ. Abers Rev., (1996), «From ideas to practice: The Partido dos Trabalhadores and participatory democracy» Latin American Perspectives Νο. 91(23), σ.σ. 35-53.